Το ιστορικό της ανακάλυψης του σπηλαίου όπως το περιγράφει ο “Οδηγός Σπηλαίου “Αττικού” Παιανίας Αθήνα 1967.
” Ως το 1926 το ήξεραν μόνο οι τσοπάνηδες σαν βάραθρο, ένα πηγάδι με το όνομα “Κουτούκι”. Το καλοκαίρι του 1926 μια συντροφιά από 10 Λιοπεσιώτες, ανάμεσά τους και ο σημερινός Πρόεδρος της Κοινότητας Νικ. Δάβαρης ανηφορίσε προς το “Κουτούκι” εφοδιασμένο με τα απαραίτητα σύνεργα για να βγάλουν ένα κατσίκι που είχε πέσει μέσα στο βάραθρο. Ο ειδικός λαγουμιτζής Στέφανος Βήχος από την Κερατιά, ωπλισμένος με το θάρρος της δουλειάς του, δέθηκε πρόχειρα με το σκοινί, πέρασε το στόμιο του βαράθρου και κατέβαινε σαν κουβάς στο άγνωστο σε βάθος πηγάδι. Σαν πάτησε το δάπεδο βρήκε το κατσικάκι ψόφιο, μα ψαχουλεύοντας με τη βοήθεια ενός σπάγγου και μιας λάμπας ασετυλίνης γύρισε το σπήλαιο μένοντας κατάπληκτος από το θέαμα που αντίκρυσε. Η συντροφιά γύρισε στο Λιόπεσι κι’ ο κόσμος μάθαινε πως εκεί στην πλαγιά, μέσα στο “Κουτούκι”, ήταν κλεισμένος ένας κόσμος παραμυθένιας ομορφιάς. Αυτή ήταν η αρχή.
Δεν πέρασαν δύο χρόνια και ο αττικολάτρης και ακούραστος φυσιολάτρης Δημ. Χατζόπουλος, λογοτέχνης και χρονογράφος, που με τα ψευδώνυμα “Αττικός”, “Μποέμ” κ. ά. γέμιζε με το πλούσιο έργο του τις εφημερίδες και τα περιοδικά μιας 25ετίας, ο οποίος στο μεταξύ είχε μάθει για τη σπηλιά και οργανώνει στο Λιόπεσι ειδική ομάδα για την εξερεύνησή της. Τη συντροφιά συγκρότησαν Λιοπεσιώτες, οι αδελφοί Ν. και Κ. Σιδέρης, Ιω. και Δημ. Χατζησωτήρης, ο Θεόδ. Μιχαήλ, ο Β. Βιντζιλαίος και ο μικρός τότε Γ, Παγκούτσος. Η συντροφιά ξεκίνησε, εφοδιασμένη με τα απαραίτητα σύνεργα και το απαραίτητο απόθεμα θάρρους. Στη σπηλιά κατέβηκαν οι πιο τολμηροί: Θ. Μιχαήλ, Β. Βιντζιλαίος και Δ. Χατζόπουλος. Η πρώτη αυτή έρευνα έγινε στις 2 Φεβρουαρίου 1928 και στις 10 του ίδιου μήνα στον ” Ελληνικό Ταχυδρόμο” ένα πολύστηλο άρθρο του “Αττικού” (ψευδώνυμο του Δημ. Χατζόπουλου) παρέδιδε στη δημοσιότητα το παραμυθένιο τούτο και πολυδαίδαλο ανάκτορο του Πλούτωνα.
Η δημοσιότητα αυτή ασφαλώς ξύπνησε το ενδιαφέρον σε πολλούς να γνωρίσουν αυτή την υποχθόνια ομορφιά, που όμως δεν εκδηλώθηκε παρά ύστερ’ από πέντε χρόνια με επιστημονικώς ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία του Ελληνικού Ορειβατικού Συνδέσμου. Ο Ε.Ο.Σ. ωργάνωσε δύο επισκέψεις στο σπήλαιο στις 12 και 19 Νοεμβριου 1933, την πρώτη με σκοινιά και απλά μέσα και τη δεύτερη με πλήρη οργάνωση (ανεμόσκαλες, σκοινιά, ασετυλίνες, φωτογραφικές μηχανές κ. ά.) και 17μελή ομάδα στην οποία μετείχαν τρεις γυναίκες και ο μακαρίτης καθηγητής της Γεωγραφίας Ιω. Σαρρής, πρώτος Πρόεδρος της Ομοσπονδίας Εκδρομικών Σωματείων Ελλάδος. Η δεύτερη επίσκεψη παρουσίασε την ερευνά της μ’ ένα εντυπωσιακού ενδιαφέροντος άρθρο του Ιω. Σαρρή, καταχωρημένο στο περιοδικό του Ε.Ο. Σ. “Βουνό” (1934 σελ. 20-24), με μια πρώτη χαρτογράφηση του σπηλαίου και με φωτογραφική του παρουσίαση.“
Τα επίσημα εγκαίνια του σπηλαίου έγιναν στις 5 Φεβρουαρίου 1967, δηλαδή 37 ακριβώς χρόνια από την ανακάλυψή του από τον Δημ. Χατζόπουλο.
Ο Ελληνικός Οργανισμός Τουρισμού λειτούργησε το σπήλαιο μέχρι το 2010 που το μεταβίβασε στο ΥΠ.ΠΟ. και ειδικότερα στην Εφορία Παλαιοανθρωπολογίας – Σπηλαιολογίας. Το 2010 εκπονήθηκε ειδική μελέτη και εγκρίθηκε έργο ΕΣΠΑ, προϋπολογισμού 850.000 ευρώ, για την αποκατάσταση των προβλημάτων ευστάθειας βραχωδών πρανών και φθορών, τον καθαρισμό από επιλιθική χλωρίδα, την αποκατάσταση του διαδρόμου τουριστικής διαδρομής, την πρόσβαση ΑΜΕΑ καθώς και του ηλεκτροφωτισμού και ανάδειξης του σπηλαίου. Οι εργασίες ολοκληρώθηκαν, και το 2015 άρχισαν οι δοκιμαστικές ξεναγήσεις επισκεπτών στο σπήλαιο.
Φωτογραφίες.